του Κωνσταντίνου Φωτιάδη
Καθηγητή
Ιστορίας του Νέου Ελληνισμού
στο
Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας
Προέδρου
του Κέντρου Ποντιακών Μελετών
«Ρίζα μ’ Γωγοπούλ’, εσέν ’κ’ έπρεπαν σάβανα…» |
Το πένθος δεν μπορεί να περιγραφεί: απορρέει από
εικόνες και σκόρπιες αναμνήσεις που με κατακλύζουν και συνθέτουν ξεχωριστές
εμπειρίες από το πέρασμα του Κωστάκη Πετρίδη στην προσωπική μου ιστορία. Είναι
στιγμές που οι εφήμερες υπάρξεις μας τέμνονται με τρόπο καταλυτικό και
συνιστούν συνάντηση με την μικρή ιστορική μας διαδρομή στον αείρροο χρόνο.
Πολλές φορές σκέφτομαι πως αν πράγματι είμαστε φτιαγμένοι από αστρική σκόνη
τότε η περίπτωση του καλλιτέχνη Κωστάκη Πετρίδη είναι γεμάτη από μια λάμψη που
καταυγάζει όλο το τοπίο γύρω μας.: τους φίλους του που άκουγαν την θεϊκή του
λύρα που τραγουδούσε τους καημούς των προσφύγων. Τον ξεχωριστό μας λυράρη τον
Γώγο Πετρίδη, που τον γέννησε και τον καμάρωνε για την τέχνη του. O πατέρας του ήταν ο
άνθρωπος που μας λύτρωσε με το παίξιμό του, μας ταξίδεψε στις αλησμόνητες
πατρίδες μας και μας δημιούργησε την αίσθηση ότι, όσο η κληρονομιά μας στον
πολιτισμό είναι ζωντανή, τίποτα δεν έχει χαθεί, αφού οι πρόγονοι ζουν και
υπάρχουν μέσα μας. Τον επίσης ξεχωριστό παππού του Σταύρη που καταγόταν από το
Φαντάκ’ του Πόντου ο οποίος είναι για όλους μας ένας γενάρχης, ένας εκφραστής
της παράδοσης και της ιστορίας μας, ένας άνθρωπος που μετουσίωσε πρώτος αυτός
τον πόνο της ράτσας μας σε τραγούδι και χορό. Ήταν ο παππούς που τον καμάρωνε από
ψηλά, γιατί συνέχιζε την τέχνη του. Τα άλλα αδέλφια του, τον Σταύρη και τον
Σάββα, που αναλώνονται επίσης τραγουδώντας τους καημούς του κόσμου με τον
κεμεντζέ και λογίζονται ομότεχνοί του.
Όσον αφορά τώρα τη συνάντησή μας στο Βερολίνο και την
συμβίωση μας, για ένα επταήμερο στο φιλόξενο σπίτι του φίλου μας γιατρού Κώστα
Σαββίδη, νιώθω την ανάγκη να μιλήσω με περίσσια συγκίνηση. Στην ουσία ήταν η
πρώτη φορά που τον γνώριζα από τόσο κοντά, που με άφησε να αγγίξω τις
ευαισθησίες του και να ακουμπήσω τον πόνο της ψυχής του. Η οικογένεια ολόκληρη,
αυτή που χάρισε στον Πόντο με τη μουσική, το τραγούδι και τον χορό της στιγμές
απέραντης αγαλλίασης είχε την πιο τραγική μοίρα. Ο πατέρας έφυγε στην πιο ώριμη
και δημιουργική καλλιτεχνική του περίοδο. Η μητέρα πέθανε απομονωμένη,
κλεισμένη σε έναν νοσηρό κόσμο. Ο ένας αδελφός έφυγε στην Αμερική και δεν
κατάφερε ούτε καν να συνοδεύσει στον άλλο κόσμο την σωρό της μητέρας και του
αδερφού του. Και ο μικρότερος βίωσε χρόνια τώρα αυτή την αντίφαση ανάμεσα στο
μεγαλείο της ευφυΐας και στην αδυναμία της μελαγχολίας.. Ένα παιχνίδι του νου
με ιδιαίτερη τραγική κατάληξη..
Κι όμως εκείνη την περίοδο του Βερολίνου νομίζω πως
άγγιξα την ευαίσθητη ψυχή του Κωστάκη και θαρρώ πως και εγώ του άνοιξα τη δική
μου. Όχι μόνο γιατί ο Κωστάκης μου χάρισε εκλεπτυσμένες γεμάτες συναισθήματα
βραδιές μέσα από τους ήχους του που με ταξίδεψαν πέρα από τα όρια του κόσμου
μας, αλλά κυρίως επειδή σκάβοντας στο παρελθόν ανακάλυπτα μέσα από τη μουσική
του συγκινήσεις που με προσδιόρισαν και γινόμουν καλύτερος άνθρωπος. Ήταν
νύχτες μαγικές σε απάτητους δρόμους όπου η αισθαντική ψυχή του καλλιτέχνη
σμίγει και συναντά τις ευαίσθητες χορδές της δικιάς μας ύπαρξης. Τόσο εγώ όσο
και ο γιατρός Κώστας Σαββίδης, θα θυμόμαστε με μια συγκινημένη γαλήνη το φως
που άναψαν οι διαδρομές της λύρας του στις ψυχές μας.
Η τελευταία φορά που απόλαυσα το παίξιμό του και
βυθίστηκα στο αστρικό σύμπαν του ήταν στο πολυκέντρο «Χωριό της Ειρήνης» του
Βασίλη Καρά όπου η παρέα μας αποτελούμενη από τον ολυμπιονίκη Γιώργο Ποζίδη,
που του συμπαραστάθηκε όσο κανένας άλλος τα τελευταία χρόνια σε δύσκολες
στιγμές, λίγους «Γωγόπληκτους» και κυρίως «Γωγοπουλιόπληκτους» και τον
τραγουδιστή Γιάννη Κουρτίδη, κατάφερε να ακινητοποιήσει τον χρόνο και να μας
βυθίσει στην ακρόαση στιγμών που θύμιζαν όσο τίποτα άλλο εκείνες ανάμεσα στον
Γώγο, τον πατριάρχη της λύρας και τον Χρύσανθο, το αηδόνι του Πόντου. Μόνο που
τότε δεν ήξερα πως ήταν η τελευταία φορά που γέμιζα την ψυχή μου με αυτή τη
θεϊκή μουσική πανδαισία που ξεχυνόταν από τα μύχια βάθη της ταραγμένης εφήμερης
ύπαρξής του..
Ωστόσο, υποψιασμένος αρκετά, έσκυβα με αγάπη σε
ειδήσεις που τον αφορούσαν. Μάθαινα πως ήταν μόνος, κλεισμένος στον εαυτό του,
πως πάλευε με τους δαίμονες μέσα του κουβαλώντας ένα ευάλωτο ψυχικό φορτίο και
περιφέροντας την εφήμερη ύπαρξή του στο «σπίτι
με τα κατεβασμένα ρολά», όπως πολύ προφητικά πρόβλεψε, ο φίλος
Δημήτρης Πιπερίδης, στο πολύ αξιόλογο περιοδικό του Άμαστρις.
Ήταν λίγο πριν από το τέλος που αρνιόταν να χαρίσει στους άλλους τη μουσική
του, το θείο αυτό δώρο. Και έσβησε όπως τα άστρα την αυγή νέος ακόμα
περισσότερο από ποτέ προικισμένος και έγινε ένα με την αστρική σκόνη από την
οποία ήταν πλασμένος.
Καλό κατευόδιο Κωστάκη..
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου