Το έχω
πει και το έχω γράψει πολλές φορές ότι όταν ξεκινήσαμε την έκδοση αυτού του
περιοδικού, είχαμε στο πίσω μέρος του μυαλού μας την ανείπωτη ακόμη φιλοδοξία
να αλλάξουμε κάποια από τα δεδομένα στο χώρο του ποντιακού τύπου. Μη
φανταστείτε ότι ονειρευόμασταν και τίποτε σπουδαίο. Δεν πέρασε π.χ. ποτέ από το
μυαλό μας ότι θα μπορούσαμε να κάνουμε τους Πόντιους να διαβάζουν περισσότερο
απ’ όσο διάβαζαν πριν ευτυχήσουν να πάρουν στα χέρια τους το αποτέλεσμα του
δικού μας εκδοτικού οίστρου. Ούτε καν το μείζον ηθικό θέμα των σχέσεων
ποντιακού τύπου - ποντιακών οργανώσεων είχαμε σκεφτεί ακόμη να θίξουμε. Τη
δυσοίωνη όμως εκείνη παράδοση που ήθελε τα περισσότερα νέα ποντιακά έντυπα να
εγκαταλείπουν την προσπάθεια, πριν κλείσουν καν τον πρώτο χρόνο του βίου τους,
νιώθαμε ότι, όπως και να ’χει, μπορούσαμε να τη διαψεύσουμε.
Όταν,
παρά τις γνωστές και χιλιοειπωμένες δυσκολίες, κατορθώσαμε να συμπληρώσουμε τον
κύκλο των 12 πρώτων τευχών μας, ήμασταν ακόμη πολύ «ζαλισμένοι» από τη γοητεία
του εγχειρήματος, αλλά και τόσο αφοσιωμένοι στη μάχη με τις πολλές και
σημαντικές δυσκολίες που είχαμε ακόμη μπροστά μας, για να περάσει από το μυαλό
μας ακόμη και η υποψία ότι δικαιούμαστε να κάνουμε ένα διάλειμμα για να το
γιορτάσουμε. Τώρα που συμπληρώσαμε αισίως όχι τα δώδεκα, αλλά τα εικοσιτέσσερα,
παρακαλώ, τεύχη, νιώθουμε επιτέλους ότι έχουμε κάθε δικαίωμα να χαρούμε για
αυτήν μας την επιτυχία χωρίς το φόβο ότι μπορεί να θεωρηθούμε αλαζόνες ή έστω
αιθεροβάμονες.
Πως
γιορτάζεις όμως κάτι που θεωρείς πολύ σημαντικό, όταν τίποτε γύρω σου δε σε
προδιαθέτει για χαρές για πανηγύρια; Το ερώτημα δεν είναι καθόλου ρητορικό.
Ξέρουμε πολύ καλά ότι η συμπλήρωση των 24 πρώτων τευχών του περιοδικού μας
βρίσκει τη χώρα σε μια πολύ κρίσιμη καμπή της νεώτερης ιστορίας της. Ο λαός μας
περνά δύσκολες ώρες. Ποτέ άλλοτε, τουλάχιστον στα χρόνια που μπορώ εγώ να θυμηθώ,
δε βρέθηκε αντιμέτωπος με τόσο σημαντικά, σχεδόν υπαρξιακού τύπου, διλήμματα.
Προσωπικά έχω την ελπίδα ότι τελικά θα τα καταφέρει. Όχι γιατί έχω σε ιδιαίτερη
εκτίμηση το νεοελληνικό τρόπο σκέψης και ζωής. Κάθε άλλο. Απλά γιατί η
ερασιτεχνική ενασχόλησή μου με την επιστήμη της ιστορίας με έχει διδάξει ότι οι
λαοί, ακόμη και οι πλέον ανάξιοι να ανταποκριθούν στο ρόλο τους ως υποκειμένων
της παγκόσμιας ιστορίας, σπανίως αυτοκτονούν. Ενίοτε βέβαια πέφτουν θύματα
λανθασμένων αποφάσεων ανεπαρκών ηγεσιών. Ακόμη και τότε όμως δεν αυτοκτονούν οι
ίδιοι οι λαοί, αλλά αναλαμβάνουν να τους αυτοκτονήσουν άλλοι για λογαριασμό
τους…
Εν
πάση περιπτώσει και για να μη δίνω την εσφαλμένη εντύπωση ότι αποφάσισα να
αλλάξω την ιδιότητα του αφοσιωμένου ποντιολόγου-ποντιομνήμονος με εκείνη του
αυτοχρισθέντος πολιτικού αναλυτή, θεωρώ πως ό,τι είναι να γίνει, θα γίνει. Είτε
με τον ένα τρόπο, είτε με τον άλλο η χώρα θα ξαναβρεί κάποια στιγμή το δρόμο
της, πολύ απλά γιατί δεν έχει άλλη επιλογή. Ειλικρινά θεωρώ ήσσονος σημασίας το
αν θα προηγηθεί ένα πιστωτικό γεγονός, από αυτά που οι οικονομολόγοι αποκαλούν
τυπική «χρεοκοπία». Όχι βέβαια γιατί είμαι αδιάφορος για τον τόπο μου. Αλλά
γιατί θεωρώ πολύ πιο σημαντική την παραγωγική, μορφωτική και, κυρίως, την ηθική
χρεωκοπία αυτού του τόπου. Κι αυτές δυστυχώς έχουν επέλθει προ πολλού. Απλά
τώρα, ελλείψει της καταναλωτικής ευδαιμονίας που είχαμε μάθει να χρησιμοποιούμε
ως αναισθητικό, γίνονται πιο εύκολα αντιληπτές...
Ας
έλθουμε όμως και πάλι στα του περιοδικού. Μαζευτήκαμε η μικρή ομάδα των φίλων,
που συνηθίζουμε να βρισκόμαστε στο Skype και να αποφασίζουμε τα της πορείας
του, και συζητήσαμε τους πιθανούς τρόπους εορτασμού του ευτυχούς γεγονότος.
Προσωπικά επέμεινα σε δύο όρους: ο πρώτος ήταν να μην επιτρέψουμε στους εαυτούς
μας να εμφανιστούν αναντίστοιχοι της κατάστασης που βιώνει η χώρα. Να μη
βρεθούμε δηλαδή να χορεύουμε «των οικιών ημών εμπιπραμένων», όπως τα σαλιγκάρια
του αισώπειου μύθου, επιτείνοντας τη στερεότυπη -και απαράδεκτη - εικόνα ενός
λαού καθ’ έξιν χορευταράδων. Ο δεύτερος να βρούμε έναν τρόπο που θα αποκλείει
κάθε άξια λόγου επιβάρυνση της ήδη ταλαιπωρημένης ως προς τα οικονομικά της
μέσης ποντιακής οικογένειας.
Εφόσον
λοιπόν η ιδέα ενός βραδινού χορού στα πρότυπα του πολύ επιτυχημένου περσινού θα
έπρεπε, με βάση τα παραπάνω, να αποκλειστεί, καταλήξαμε στην απόφαση να
διοργανώσουμε μια συναυλία. Τί είδους όμως συναυλία; Και το κυριότερο, με ποιο
μήνυμα, ποιο στόχο και ποιους συντελεστές;
Για να
μην πολυλογούμε, καταλήξαμε να διοργανώσουμε στις 20 Φεβρουαρίου 2012 στο Αλεξάνδρειο
Μέλαθρο (το γνωστό σε όλους Παλέ ντε Σπορ) μια μεγάλη επετειακή συναυλία με
τιμώμενο πρόσωπο το μεγάλο Έλληνα συνθέτη Μίμη Πλέσσα (γιατί συγκεκριμένα το
Μίμη Πλέσσα μπορείτε να το διαπιστώσετε διαβάζοντας το εισαγωγικό κείμενο της
συνέντευξής του, που ακολουθεί στις εσωτερικές σελίδες αυτού του τεύχους). Το
δύσκολο ήταν να το αποφασίσουμε. Όλα τ’ άλλα ήρθαν από μόνα τους.
Δεν το
κρύβουμε ότι διοργανώνοντας μια μεγάλη συναυλία σε μία περίοδο τόσο δύσκολη για
τέτοια εγχειρήματα, θέλαμε να αναδείξουμε ορισμένους συμβολισμούς. Ο πρώτος
αφορά ολόκληρη τη χώρα: μια χώρα η οποία εξακολουθεί ακόμη και υπό συνθήκες
οικονομικής κατάρρευσης να επενδύει στον πολιτισμό της, είναι μια χώρα ανθρώπων
αποφασισμένων να μην πεθάνουν. Και όταν λέμε να μην πεθάνουν, εννοούμε και
μεταφορικά και στην κυριολεξία. Υποθέτω ότι θα ήταν πιο εύκολο για αυτή τη χώρα
να επιβίωνε οικονομικά, αν οι κάτοικοί της αποφάσιζαν επιτέλους να πουλήσουν
ομαδικά την ψυχή τους. Να μεταβληθούν σε πειθήνια θύματα της μονεταριστικής
κρεατομηχανής, καθιστώντας ευτυχείς τους ανά τον κόσμο δανειστές τους (και
ακόμη ευτυχέστερη την μαινόμενη ένοικο της παγωμένης καγκελαρίας του Βορρά).
Πιθανόν μια τέτοια χώρα να ήταν οικονομικά βιώσιμη, όπως τουλάχιστον ορίζει την
οικονομική βιωσιμότητα η επιστήμη των οικονομολόγων. Δεν θα ήταν όμως η δική
μας χώρα. Και το κυριότερο, δε θα ήταν σε καμία περίπτωση η χώρα στην οποία θα
θέλαμε να μεγαλώσουν τα παιδιά μας.
Ο
δεύτερος συμβολισμός αφορά τον ποντιακό μας μικρόκοσμο και αποτελεί τη δική μας
πρόταση για την αντιμετώπιση των χρόνιων αδιεξόδων στα οποία έχει περιέλθει:
εξωστρέφεια και συλλογικότητα. Εξωστρέφεια γιατί πρέπει κάποτε να σταματήσουμε
να συμπεριφερόμαστε ως το «αινιγματικό, εσωστρεφές έθνος μέσα στο έθνος», όπως
έγραφε κι ο Neal Ascherson στο εξαιρετικά ενδιαφέρον βιβλίο του «ΜαύρηΘάλασσα». Και συλλογικότητα γιατί θα πρέπει κάποτε επιτέλους να αντιληφθούμε
ότι οι περίοδοι κρίσης, όπως η σημερινή, είναι εκείνες που υποχρεώνουν τους
ανθρώπους να έρχονται πιο κοντά αντί να απομακρύνονται. Αντιλαμβάνομαι ότι στο
εσωτερικό της ποντιακής κοινότητας υπάρχουν σημαντικές διαφορές, αλλά και
τραυματικές εμπειρίες από το παρελθόν, που καθιστούν δύσκολη αυτήν την
συνύπαρξη. Ίσως για αυτό θα ήταν σκόπιμο να αρχίσουμε σιγά-σιγά να μιλάμε για
μια «νέα συλλογικότητα». Μια συλλογικότητα που δε θα ισοπεδώνει μεγέθη, ούτε θα
παραγνωρίζει τις όποιες υπαρκτές διαφορές, αλλά θα μας υποχρεώνει να μπορούμε
να συνυπάρξουμε, αν όχι και να συνεννοηθούμε, κάθε φορά που κρίνεται αναγκαίο.
Μια νέα συλλογικότητα η αναζήτηση της οποίας θα χρειαστεί και κόπο και
ενδεχομένως πόνο, αλλά που αν δεν την κερδίσουμε, δεν θα μπορούμε ποτέ να
μιλάμε στα σοβαρά για το αύριο του χώρου μας.
Ο
τρίτος συμβολισμός αφορά εμάς τους ίδιους, το Άμαστρις και τον κύκλο των φίλων
του. Αυτούς τους 30 μήνες της ύπαρξης μας περάσαμε πολλά. Ζήσαμε και καλές και
κακές στιγμές. Αποταμιεύσαμε πολύτιμες εμπειρίες, και ευχάριστες και
δυσάρεστες. Και μόνο το γεγονός ότι μετά από δυόμιση περίπου χρόνια ύπαρξης
τολμάμε να χτυπάμε την πόρτα του μεγαλύτερου κλειστού χώρου της Θεσσαλονίκης,
ζητώντας να μας επιτραπεί να διοργανώσουμε εκεί την εκδήλωσή μας, είναι η
απόδειξη ότι αυτό το περιοδικό έχει αρχίζει να αποκτά τις βαθιές ρίζες που θα
του εγγυηθούν τη μακροημέρευσή του.
Την ώρα
που γράφονται αυτές οι γραμμές, φτάνει στο αποκορύφωμά της η οργανωτική
προετοιμασία της εκδήλωσης. Όταν το τεύχος αυτό θα φτάσει στα χέρια σας, η
μεγάλη επετειακή συναυλία του Άμαστρις θα έχει περάσει πλέον στην ιστορία. Δεν
μπορώ να ξέρω το τελικό αποτέλεσμα όλης αυτής της προσπάθειας. Πιθανόν να έχει
επιτυχία. Ίσως πάλι και όχι. Τον απολογισμό θα τον κάνουμε και πάλι μαζί στο
επόμενο τεύχος. Εκείνο που έχει σημασία, είναι ότι θα ήταν αδικαιολόγητη
παράλειψη, αν δεν ευχαριστούσα από τώρα όλους όσους δούλεψαν κι εξακολουθούν να
δουλεύουν για αυτή την εκδήλωση. Δεν έχει σημασία ποιοι είναι και τι ακριβώς
έκαναν ο καθένας (αυτά θα τα πούμε μαζί με πολλά άλλα στο επόμενο τεύχος).
Εκείνο που έχει σημασία είναι ότι όλοι τους, μικροί και μεγάλοι, «επώνυμοι» και
«ανώνυμοι», ένωσαν τις δυνάμεις τους μαζί μας, σε μια προσπάθεια που έχει ένα
και μόνο στόχο: να εξασφαλίσει στη νέα γενιά των Ποντίων ότι στη δύσκολη πορεία
που έχει μπροστά της, προκειμένου να κατακτήσει την αυτογνωσία της, θα
έχει δίπλα της ένα ποντιακό περιοδικό αντίστοιχο των αυξημένων απαιτήσεων της
δύσκολης εποχής εντός της οποίας είναι καταδικασμένη να παλέψει…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου