του Δημήτρη Πιπερίδη
(αναδημοσίευση από τον τρίτο τόμο του ειδικού αφιερώματος
του National Geographic για τον Πόντο)
Φίλων Κτενίδης
(1889-1963)
|
Είναι
πολύ δύσκολο να γίνει λόγος για βιώσιμα ποντιακά έντυπα στην Ελλάδα των πρώτων
προσφυγικών χρόνων. Κάποιες πρώιμες προσπάθειες, τόσο στην Αθήνα όσο και στη
Θεσσαλονίκη, δε στέφθηκαν από επιτυχία κυρίως διότι τα προσφυγικά στρώματα που
βίωσαν με λιγότερο επώδυνο τρόπο την περιπέτεια της προσφυγιάς, δεν επαρκούσαν
για να εξασφαλίσουν την μακροημέρευση παρόμοιων εγχειρημάτων, ενώ και η μεγάλη
μάζα των αγροτών προσφύγων της Βόρειας Ελλάδας ήταν προς το παρόν
προσανατολισμένη αποκλειστικά στο δύσκολο στοίχημα της επιβίωσης. Μοναδική
εξαίρεση από τον κανόνα αυτό αποτελεί το «Αρχείον Πόντου», που εξεδόθη το 1928
από την Επιτροπή Ποντιακών Μελετών (τον κύκλο των Ποντίων συγγραφέων και
διανοουμένων που συσπειρώθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1920 γύρω από το πρόσωπο
του «από Τραπεζούντος» Χρύσανθου) και εξακολουθεί να εκδίδεται σε ετήσια βάση
μέχρι και σήμερα. Ακόμη και αυτή η περίπτωση όμως, δεν είναι καν σίγουρο ότι
μπορεί να θεωρηθεί ως εξαίρεση από τον παραπάνω κανόνα, αφού το «Αρχείον
Πόντου» δεν ήταν ποτέ καθαρόαιμο περιοδικό υπό την έννοια που έχει ο όρος στις
μέρες μας, όσο «ετήσιον περιοδικόν σύγγραμα» (έτσι άλλωστε αυτοπροσδιορίζεται
μέχρι και σήμερα) ακαδημαϊκού χαρακτήρα, προσανατολισμένο αποκλειστικά στα
ερευνητικά ενδιαφέροντα του φορέα που το εκδίδει.
Η πρώτη
προσπάθεια που διεκδικεί με αξιώσεις να κερδίσει το στοίχημα έκδοσης ενός
βιώσιμου ποντιακού εντύπου ευρείας διάδοσης είναι το περιοδικό «Ποντιακά Φύλλα»
που εκδίδει το 1936 ο δημοσιογράφος της «Καθημερινής» Νίκος Καπνάς. Πρόκειται
για ένα καλαίσθητο μηνιαίο περιοδικό, λαογραφικού περιεχομένου, που
στηρίζει την επιβίωσή του στο αναπόφευκτο σύστημα της εγγραφής
συνδρομητών. Θα επιβιώσει για λίγα χρόνια, χαρίζοντάς μας μερικές από τις
κορυφαίες στιγμές της ποντιακής λαογραφίας και θα κλείσει -προφανώς για
οικονομικούς λόγους- λίγο πριν την περίοδο της κατοχής (μεταπολεμικά ο εκδότης
του θα επανεμφανιστεί στο χώρο του ποντιακού τύπου με ένα νέο περιοδικό,
κατώτερο από πάσης άποψης του προηγούμενου, που ονομάζεται «Το Ποντιακό»,
και το οποίο θα επιζήσει για λίγους μόλις μήνες).
Λίγο
χρόνια μετά την αναστολή της έκδοσης των «Ποντιακών Φύλλων» εμφανίζεται ένα
περιοδικό που ονομάζεται «Χρονικά του Πόντου» και εκδίδεται από ένα ιστορικό
ποντιακό σωματείο, τους «Αργοναύτες-Κομνηνούς» της Καλλιθέας. Μολονότι το νέο
περιοδικό τολμά να εμφανιστεί μέσα στην πιο δύσκολη ιστορική συγκυρία (μέσα
στην «καρδιά» της γερμανικής Κατοχής, το 1943) θα κατορθώσει να επιβιώσει για
μερικά χρόνια, μέχρι να ανακοινώσει κι αυτό με τη σειρά του τη διακοπή της
έκδοσής του (1946).
Σε αυτή
την πρώτη φάση ζωής του εν Ελλάδι «ποντιακού τύπου» κυκλοφορούν επίσης τα
βραχύβιο περιοδικά «Μακρυνές Φωτιές» (1923, με εκδότη το μετέπειτα πρόεδρο της
ΕΔΑ, Ιωάννη Πασσαλίδη), «Σκαλίτας» (σατυρικό περιοδικό που εξέδωσε το 1938 στη
Δράμα ο λαϊκός ποιητής Γεώργιος Πατσάκος), «Φίλοι της Ποντιακής Μουσικής»
(1948), «Ποντιακό» (1950) και άλλα.
Η
σημαντικότερη μεταπολεμική εξέλιξη στην ιστορία του ποντιακού τύπου είναι
αναμφίβολα η εμφάνιση του περιοδικού «Ποντιακή Εστία», που εξέδωσε το 1950 στη Θεσσαλονίκη
ο γιατρός Φίλων Κτενίδης (βλπ προηγούμενα). Ο Κτενίδης υπήρξε το ιδανικό
πρόσωπο για να φέρει σε πέρας μια αποστολή τόσο δύσκολη, όσο η έκδοση
ενός βιώσιμου ποντιακού εντύπου, ικανού να αντέξει στο πέρασμα του χρόνου.
Ανάμεσα στα σημαντικά εφόδια με τα οποία ήταν εξοπλισμένος συγκαταλεγόταν η
ουσιαστική γνώση της ποντιακής γλώσσας και η βαθιά αγάπη του για το λαϊκό
ποντιακό πολιτισμό, η εξοικείωσή του με τα -προπολεμικά κυρίως- ρεύματα της
νεοελληνικής λογοτεχνίας και -το σημαντικότερο- ένα ακατάβλητο, σχεδόν μυθικών
διαστάσεων, βουλητικό, χάρις στο οποίο κατόρθωνε να φέρει σε πέρας
οποιοδήποτε σχέδιο συνελάμβανε, όσο μεγαλόπνοο κι αν ήταν (κάτι άλλωστε που
αποδείχθηκε περίτρανα ελάχιστα μόλις χρόνια αργότερα, όταν δημιούργησε, σχεδόν
μόνος του, τη νέα Ι.Μ. Παναγίας Σουμελά στο Βέρμιο).
Στα
δώδεκα χρόνια που διηύθυνε την «Ποντιακή Εστία», κατόρθωσε να την αναδείξει ως
το σημαντικότερο ποντιακό έντυπο ολόκληρης της μεταπολεμικής περιόδου. Η
«Ποντιακή Εστία» του Κτενίδη δεν ήταν μόνο ένας μοναδικής ιστορικής αξίας
θεματοφύλακας της μνήμης της πρώτης προσφυγικής γενιάς, ένα είδος περιοδικής
εγκυκλοπαίδειας του Πόντου, μέσα στην οποία μπορούσε κανείς να βρει
συγκεντρωμένα αποσπάσματα από το έργο των περισσότερων Ποντίων λαογράφων της
πρώτης περιόδου (άλλων περισσότερο κι άλλων λιγότερο σημαντικών). Ούτε
μόνο ένα χρήσιμο μέσο έκφρασης και διάδοσης της προσωπικής λογοτεχνικής του
παραγωγής (τόσο η επικών διαστάσεων και φιλοδοξιών «Καμπάνα του Πόντου», όσο
και τα περισσότερα, αν όχι όλα, από τα θεατρικά του, δημοσιεύτηκαν για πρώτη
φορά μέσα από τις σελίδες της ποντιακής Εστίας»). Ήταν και κάτι πολύ
περισσότερο: ένα ιδεολογικό εργαλείο, ένας επικοινωνιακός μηχανισμός για την
υλοποίηση των στόχων που είχε θέσει από τότε γύρω από την ποντιακή υπόθεση. Κάποιοι
από αυτούς τους στόχους, όπως η θεσμοθέτηση της οργανωτικής συγκρότησης του
ποντιακού χώρου, ήταν πρόωροι και παραπέμφθηκαν για το μέλλον, κάποιοι άλλοι
όμως, ίσως σημαντικότεροι, όπως η δημιουργία της νέας Παναγίας Σουμελά, που
υπήρξε αναμφίβολα το μεγάλο έργο της ζωής του, όχι μόνο υλοποιήθηκαν, αλλά
έγραψαν στην κυριολεξία ιστορία. Μετά το θάνατό του, την ευθύνη έκδοσης της
«Ποντιακής Εστίας» ανέλαβε το σωματείο «Παναγία Σουμελά», που συνεχίζει την
έκδοσή του μέχρι και σήμερα.
Την
έκδοση της «Ποντιακής Εστίας» ακολούθησε πλήθος περιοδικών και εφημερίδων,
κάποια από τα οποία εξακολουθούν να εκδίδονται μέχρι και σήμερα. Τα ποντιακά
έντυπα της μεταπολεμικής περιόδου διατήρησαν σε σημαντικό βαθμό τα
χαρακτηριστικά εκείνων της προπολεμικής, με κυριότερο την προσήλωσή τους
στον ιστορικό και κυρίως το λαογραφικό χαρακτήρα τους. Κάποιες προσπάθειες για
την έκδοση επαγγελματικών ποντιακών εντύπων που θα διανέμονταν μέσω των
πρακτορείων τύπου σε σταθερά σημεία πώλησης σημείωσαν πρόσκαιρη μόνο επιτυχία. Έτσι
σήμερα εκδίδονται από επαγγελματίες δημοσιογράφους τρεις ποντιακές εφημερίδες
και δύο ποντιακά περιοδικά, ενώ πολύ περισσότερα είναι τα έντυπα που
εκδίδονται -σε πρόσκαιρη ή σταθερή βάση- από ποντιακούς συλλόγους τόσο
της Ελλάδας όσο και του εξωτερικού.
Τέλος,
θα ήταν παράλειψη αν δεν σημειώναμε την έλλειψη ενός εξειδικευμένου φορέα που
θα αναλάμβανε κάποτε τη συγκέντρωση των αντιτύπων των ποντιακών εντύπων του
παρελθόντος, που έχουν σωθεί μέχρις τις μέρες μας, τη διαφύλαξη και την
ψηφιοποίησή τους. Ευτυχώς η Επιτροπή Ποντιακών Μελετών προχώρησε πρόσφατα στην
πλήρη ψηφιοποίηση και στην ελεύθερη διάθεση μέσω του διαδικτύου του συνόλου των
παλαιών ποντιακών περιοδικών και εφημερίδων που φύλασσε στο αρχείο της.
Δυστυχώς όμως ο αριθμός τους είναι κατά πολύ μικρότερος του συνολικού αριθμού
των σελίδων (κυρίως εκείνων των εντύπων της τ. Ε.Σ.Σ.Δ.) που έχουν χαθεί
πλέον οριστικά για το μελλοντικό ερευνητή…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου